Προαναφέρθηκε ότι σε περίπτωση αναφυλαξίας η πιθανότητα να επαναληφθεί αντίστοιχα επικίνδυνη αντίδραση σε ενδεχόμενο νέο νυγμό είναι μεγαλύτερη από 50%. Μετά, λοιπόν, από την αναγνώριση του υπεύθυνου εντόμου και τη συζήτηση σχετικά με τους τρόπους προφύλαξης, χορηγείται φαρμακευτική αγωγή ανάλογα με τη βαρύτητα της αντίδρασης.

 

Αυτή χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι η συμπτωματική αγωγή, φάρμακα δηλαδή που θα πρέπει να χορηγηθούν άμεσα σε περίπτωση τσιμπήματος και τα οποία θα πρέπει να βρίσκονται πάντα δίπλα στον ασθενή όπου και αν αυτός κινείται (το παιδί στο σχολείο, στο χώρο εργασίας, στην εξοχή ή την παραλία κ.λπ.). Τα υμενόπτερα βρίσκονται παντού και τα φάρμακα δεν πρέπει να μένουν στο φαρμακείο του σπιτιού! Είναι απαραίτητο ο ασθενής να έχει πάντα δίπλα του ένα κουτί πρώτων βοηθειών που θα περιλαμβάνει αυτόματη ένεση (στυλό) αδρεναλίνης, αντιισταμινικά και κορτιζονούχα σκευάσματα και ενδεχομένως εισπνεόμενα φάρμακα. Οι οδηγίες χορήγησης είναι σαφείς, ακολουθούν τις συστάσεις διεθνών οργανισμών όπως η Ευρωπαϊκή και η Αμερικανική Ακαδημία Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας και η εφαρμογή τους είναι σωτήρια. Ο ιατρός τις δίνει γραπτά και κυρίως συζητά εκτενώς με τον ασθενή και τους οικείους του τον τρόπο χορήγησης προκειμένου να μειωθεί, όσο είναι δυνατόν, το φυσιολογικό άγχος της όλης κατάστασης.

 

Η αλλεργία στα υμενόπτερα εξαιτίας της δυνητικά επικίνδυνης φύσης της προκαλεί μεγάλο άγχος και ανασφάλεια στην οικογένεια και επιδρά στην ποιότητα ζωής όλων των μελών της. Εδώ έρχεται να δώσει τη λύση η δεύτερη κατηγορία αγωγής που είναι η ανοσοθεραπεία. Η ανοσοθεραπεία είναι αιτιολογική παρέμβαση και εφαρμόζεται μόνο από ειδικό Αλλεργιολόγο. Με αυτήν το ανοσοποιητικό «μαθαίνει» τα δηλητήρια, αναπτύσει αμυντικούς μηχανισμούς εναντίον τους και εξασφαλίζει ότι ενδεχόμενο νέο τσίμπημα δε θα προκαλέσει επικίνδυνη αντίδραση. Ενδείκνυται κυρίως σε περίπτωση αναφυλαξίας καθώς και σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις ηπιότερων αντιδράσεων (π.χ. σε μελισσοκόμους). Δεν πρέπει να γίνεται ανοσοθεραπεία προληπτικά ή σε περιπτώσεις ήπιων τοπικών αντιδράσεων.

 

Η επιτυχία της ανοσοθεραπείας εξαρτάται πρωτίστως από την ακριβή αναγνώριση και ταυτοποίηση του υπεύθυνου αλλεργιογόνου και ανέρχεται για την μέλισσα σε ποσοστό 85-90%, ενώ για τις σφήκες το ποσοστό είναι πάνω από 90%. Ειδικά στα παιδιά, των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα φαίνεται να είναι πιο ευέλικτο, εμφανίζει ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας. Η επιτυχής ανοσοθεραπεία συνεπάγεται ότι ο ασθενής μπορεί να ανεχτεί τσίμπημα από μέλισσα ή σφήκα και να μην πάθει απολύτως τίποτα ή να έχει μόνο τοπική, ήπια αντίδραση όσο επικίνδυνη και αν αυτή ήταν στο παρελθόν.

Dr. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΣΙΑΣ MD, PhD
Ηρώδου Αττικού 1, Πλατεία Δούρου
Χαλάνδρι | Τηλ: 210 6818110
Καλαβρύτων 29,
Τρίπολη | Τηλ: 2710 239079
Αλλεργιολόγος Παίδων & Ενηλίκων
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Διπλωματούχος Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας
& Κλινικής Ανοσολογίας [EAACI]
Επιστημονικός Συνεργάτης Νοσοκομείου
Παίδων "Π. & Α. Κυριακού"
Εξωτερικός Συνεργάτης Ιδιωτικής
Κλινικής "Μητέρα"
mail: info@mitsias-allergy.gr