Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή στη ζωή τους μπορεί να εμφανίσουν κνίδωση. Χαρακτηρίζεται από δερματική ερυθρότητα και κνησμώδη, ανάγλυφα εξανθήματα στρογγυλού ή ακανόνιστου σχήματος που ονομάζονται πομφοί και θυμίζουν τσίμπημα κουνουπιού. Οι πομφοί οφείλονται στην ισταμίνη, κατά κανόνα διαρκούν στο ίδιο σημείο λιγότερο από 24 ώρες, φεύγουν χωρίς να αφήσουν σημάδια και μπορεί να επανεμφανιστούν σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος. Σε πολλές περιπτώσεις συνοδεύονται από αγγειοοίδημα, πρήξιμο δηλαδή στα βλέφαρα, τα χείλια, τα πτερυγίων των αυτιών και αλλού που επίσης οφείλεται στην ισταμίνη αλλά μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 24 ώρες.

 

Η κνίδωση μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια ανάλογα με το αν διαρκεί λιγότερο ή περισσότερο από 6 εβδομάδες, αντίστοιχα. Πρόκειται για εξαιρετικά σημαντικό διαχωρισμό καθώς είναι διαφορετικά τα αίτια στη μία και την άλλη περίπτωση όπως διαφορετική είναι και η διαγνωστική και θεραπευτική αντιμετώπιση.

 

Η οξεία κνίδωση μπορεί να αποτελεί εκδήλωση τροφικής αλλεργίας άμεσου τύπου, φαρμακευτικής αλλεργίας, αλλεργίας σε τσίμπημα υμενοπτέρων και σπανιότερα δερματίτιδας εξ επαφής. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αν υπάρχουν συμπτώματα και από άλλα συστήματα τότε πρόκειται για αναφυλαξία ή/και αναφυλακτικό σοκ που χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Πολύ σημαντικό αίτιο οξείας κνίδωσης στην Ελλάδα (ειδικά την άνοιξη) είναι η έκθεση σε κάμπιες, ενώ άλλα έντομα (σκνήπες, ψύλλοι κ.ά.)  με τα τσιμπήματά τους μπορεί να προκαλέσουν πομφούς με κνησμό που μοιάζει με κνίδωση αλλά ονομάζεται παρασιτική κνήφη. Τις περισσότερες φορές, ωστόσο, η οξεία κνίδωση είναι αποτέλεσμα ιογενούς λοίμωξης (ιδίως στα παιδιά) η οποία μπορεί να συνυπάρχει, να προηγήθηκε ή και να πέρασε χωρίς να γίνει αντιληπτή (μεταλοιμώδης κνίδωση). Πάρα πολλές φορές η οξεία κνίδωση υποχωρεί χωρίς να βρεθεί το υπεύθυνο αίτιο και χωρίς βέβαια να έχει άλλες σοβαρότερες συνέπειες.

 

Η χρόνια κνίδωση είναι μια νόσος ιδιαίτερα πολύπλοκη με σημαντικές συνέπειες στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Προκαλεί έντονο κνησμό που μπορεί να επηρεάζει τον ύπνο ή και τον ψυχισμό του ασθενούς καθώς μπορεί να εμμένει για χρόνια με εξάρσεις και υφέσεις. Πρώτο μέλημα του ιατρού είναι να βρει το αίτιο που την προκαλεί αποκλείωντας την πιθανότητα (μικρή μεν, υπολογίσιμη δε) να υποκρύπτεται κάποια άλλη σοβαρή νόσος. Πολύ συχνό αίτιο χρόνιας κνίδωσης είναι οι παρασιτώσεις, η ύπαρξη δηλαδή στον οργανισμό κάποιου παράσιτου που μέχρι τη στιγμή της κνίδωσης δεν προκαλούσε άλλα συμπτώματα στον ασθενή. Πολλές φορές συνυπάρχει κάποια άλλη αυτοάνοση νόσος, συχνότερη από τις οποίες είναι η υπολειτουργία του θυρεοειδούς (θυρεοειδίτιδα Hashimoto). Τέλος, πολύ συχνά το αίτιο της χρόνιας κνίδωσης οφείλεται σε κάποιο φυσικό παράγοντα. Τότε πρόκειται για τις λεγόμενες φυσικές κνιδώσεις οι οποίες, ανάλογα με το αίτιο, είναι ο δερμογραφισμός (αίτιο είναι η τριβή του δέρματος), η κνίδωση ψύχους (χαμηλές θερμοκρασίες), η χολινεργική κνίδωση (υψηλή θερμοκρασία και ο ιδρώτας), η κνίδωση εκ πιέσεως (παρατεταμένη πίεση) και άλλες σπανιότερες καταστάσεις.

 

Στην προσπάθεια αναγνώρισης του αίτιου της χρόνιας κνίδωσης, ο ιατρός χρησιμοποιεί όλα τα όπλα που του παρέχει η σύγχρονη επιστήμη όπως εξειδικευμένο αιματολογικό έλεγχο και ειδικά δερματικά τεστ για την αναγνώριση πιθανής υποβόσκουσας παρασίτωσης. Επιτυχία σε αυτό θα οδηγήσει στην οριστική λύση του προβλήματος με τη λήψη της κατάλληλης αντιβιοτικής αγωγής. Ο έλεγχος πιθανής αυτοάνοσης διεργασίας γίνεται επιπλέον με τεστ αυτόλογου ορού και πλάσματος, κάτι που έχει σημαντικές συνέπειες στη θεραπεία και την πρόγνωση της νόσου.

 

Η φαρμακευτική αγωγή κατά κανόνα περιλαμβάνει μακροχρόνια λήψη αντιισταμινικών, ενδεχομένως κορτιζόνης και, επί ανάγκης, εξειδικευμένη αγωγή τρίτης γραμμής όπως ανοσοκατασταλτικά ή και το νεώτερο μονοκλωνικό αντίσωμα ομαλιζουμάμπη. Εκτός αυτών, σημαντικό είναι να ακολουθείται δίαιτα αποφυγής τροφίμων που μπορεί να επιδεινώνουν την κατάσταση. Αυτά δεν είναι αλλεργιογονικά, δεν απαγορεύεται αυστηρά δηλαδή η κατανάλωσή τους, επειδή όμως περιέχουν ισταμίνη ή μπορεί να προκαλούν αυξημένη παραγωγή ισταμίνης με μη αλλεργικό τρόπο καλό είναι να περιορίζονται κατά το δυνατόν. Το ίδιο ισχύει και για άλλους παράγοντες που επιδεινώνουν μια χρόνια κνίδωση όπως κυρίως το stress, η λήψη φαρμάκων όπως η ασπιρίνη και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, τα πολύ στενά και ζεστά ρούχα κ.λπ. Όλα αυτά δίδονται αναλυτικά και γραπτά στους ασθενείς.

 

Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ασθενείς μπορεί να εμφανίζουν αγγειοοίδημα χωρίς παράλληλη εμφάνιση πομφών (αγγειοοίδημα χωρίς κνίδωση). Αν αυτό προκύπτει από μικρή ηλικία, πιθανότατα να πρόκειται για κληρονομικό αγγειοοίδημα, μια σπάνια ιδιαίτερα σοβαρή νόσο καθώς μπορεί να προκαλέσει ακόμα και το θάνατο. Πολύ συχνό αίτιο αγγειοοιδήματος σε μεγαλύτερες ηλικίες είναι η λήψη αντιυπερτασικών φαρμάκων της οικογένειας των αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου ή κάποια άλλη (συνήθως αιματολογικής προέλευσης) νόσος. Τέλος, μερικές φορές δε μπορεί να διαγνωσθεί αίτιο του αγγειοοιδήματος οπότε ονομάζεται ιδιοπαθές. Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο να γίνεται ενδελεχής έλεγχος προκειμένου να υπάρξει σωστή κατηγοριοποίηση και ανάλογη αντιμετώπιση.

 

Dr. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΣΙΑΣ MD, PhD
Ηρώδου Αττικού 1, Πλατεία Δούρου
Χαλάνδρι | Τηλ: 210 6818110
Καλαβρύτων 29,
Τρίπολη | Τηλ: 2710 239079
Αλλεργιολόγος Παίδων & Ενηλίκων
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Διπλωματούχος Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας
& Κλινικής Ανοσολογίας [EAACI]
Επιστημονικός Συνεργάτης Νοσοκομείου
Παίδων "Π. & Α. Κυριακού"
Εξωτερικός Συνεργάτης Ιδιωτικής
Κλινικής "Μητέρα"
mail: info@mitsias-allergy.gr